Ταξιδιωτικός οδηγός του/της Παναγιώτα

Παναγιώτα
Παναγιώτα
Ταξιδιωτικός οδηγός του/της Παναγιώτα

Αξιοθέατα

Ένα από τα σημαντικότερα τουριστικά αξιοθέατα της Ανατολικής Μακεδονίας είναι το Σπήλαιο του Αγγίτη ποταμού, το οποίο έχει τη μοναδικότητα να είναι το μεγαλύτερο ποτάμιο σπήλαιο στον κόσμο. Το Σπήλαιο Αγγίτη βρίσκεται σε απόσταση περίπου 25 χλμ. Βορειοδυτικά της Δράμας, στο δήμο Προσοτσάνης, δίπλα στο χωριό Πηγές, είναι επισκέψιμο σε μήκος 500 μέτρων, ενώ συνολικά εκτείνεται σε μήκος άνω των 21 χιλιομέτρων.
12 現地メンバーのおすすめ
Cave Aggitis River
12 現地メンバーのおすすめ
Ένα από τα σημαντικότερα τουριστικά αξιοθέατα της Ανατολικής Μακεδονίας είναι το Σπήλαιο του Αγγίτη ποταμού, το οποίο έχει τη μοναδικότητα να είναι το μεγαλύτερο ποτάμιο σπήλαιο στον κόσμο. Το Σπήλαιο Αγγίτη βρίσκεται σε απόσταση περίπου 25 χλμ. Βορειοδυτικά της Δράμας, στο δήμο Προσοτσάνης, δίπλα στο χωριό Πηγές, είναι επισκέψιμο σε μήκος 500 μέτρων, ενώ συνολικά εκτείνεται σε μήκος άνω των 21 χιλιομέτρων.
Δάσος Φρακτού Παρανεστίου Δράμας το μοναδικό Παρθένο Δάσος της χώρας μας. Σε αυτό το δάσος δεν έχει υπάρξει ποτέ ανθρώπινη επέμβαση, είναι το μοναδικό στην Ευρώπη που δεν το άγγιξαν ούτε οι παγετώνες της τριτογενούς περιόδου, αλλά, αντίθετα, αποτέλεσε καταφύγιο για πολλά είδη και αποτελεί το πιο καλοδιατηρημένο παρθένο δάσος σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Σπάνιος θησαυρός για τη χώρα μας είναι το δάσος Φρακτού Παρανεστίου Δράμας, το μοναδικό παρθένο δάσος που υπάρχει στην Ελλάδα, για το οποίο γίνονται προσπάθειες για την ένταξή του στον κατάλογο των Μνηµείων Παγκόσµιας Κληρονοµιάς της UNESCO. «Πρόκειται στην ουσία για ένα ζωντανό εργαστήριο της φύσης, όπου η έλλειψη ανθρώπινης παρουσίας στο μεγαλύτερο μέρος του παρθένου δάσους Φρακτού Παρανεστίου, δίνει μία ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία και αιτιολογεί την ονομασία του ως Παρθένο Δάσος», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Δρ. Ελσα Κωνσταντινίδου, διευθύντρια δασών του νομού Δράμας. «Σ' αυτό το δάσος», όπως χαρακτηριστικά λέει, «επειδή δεν μπαίνει ο άνθρωπος εδώ και αιώνες, τα δένδρα κυριολεκτικά πεθαίνουν όρθια αφού γεράσουν και στη συνέχεια αποσυντίθενται στο έδαφος, δίνοντας θέση σε έναν νέο κύκλο ζωής και παρέχοντας τροφή και καταφύγιο σε ζωικούς και φυτικούς οργανισμούς». Ο αρχικός πυρήνας του δάσους, που συνιστά ένα πρωτογενές παρθένο δάσος, καταλαμβάνει έκταση 5.500 στρεμμάτων, έχει παραμείνει ανεπηρέαστος από τις ανθρώπινες επεμβάσεις, αφενός γιατί βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από κατοικημένες περιοχές, αφετέρου επειδή η τοπογραφική διαμόρφωση με τις απότομες κλίσεις το καθιστούν απροσπέλαστο, αλλά και ακατάλληλο για βόσκηση. Το 2009, με σχετική απόφαση, η έκταση της Περιοχής Απόλυτης Προστασίας της Φύσης που περιλαμβάνει το Παρθένο Δάσος Φρακτού, επεκτάθηκε στα 17.150 στρέμματα. «Το δάσος φιλοξενεί ενδημικά και σπάνια είδη χλωρίδας και πανίδας σε απόλυτη αρμονία, υπεραιωνόβια δένδρα εντυπωσιακών διαστάσεων, με άριστη σταθερότητα και οικολογική ισορροπία και δομή με μεγάλο ποσοστό στη φάση του γήρατος και της διάσπασης της κόμης», διευκρινίζει η κ. Κωνσταντινίδου. Το γεγονός δε ότι στην τελευταία παγετώδη περίοδο, οπότε και μετανάστευσαν πολλά είδη φυτών νοτιότερα, βρήκαν καταφύγιο στο Φρακτό και μπόρεσαν να επιβιώσουν, το καθιστά και πολύτιμη τράπεζα γονιδίων. Η βλάστηση;Ένα ταξίδι από τη Μεσόγειο προς τη Νορβηγία Συνολικά, το δάσος του Φρακτού καταλαμβάνει έκταση 119.352 στρεμμάτων, στα οποία περιλαμβάνονται τα 17.150 στρέμματα του παρθένου δάσος, βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του νομού Δράμας και υπάγεται διοικητικά στο δήμο Παρανεστίου. Χρωστά το όνομά του αλλά και την παλιά του ονομασία «Ζαγκραντένια» στο γεγονός ότι βρίσκεται σε μία λεκάνη που είναι φραγμένη γύρω γύρω με κορυφές και έχει μία διέξοδο, στο νότιο και χαμηλότερο υψομετρικά σημείο του. Όπως περιγράφει η κα Κωνσταντινίδου, ανηφορίζοντας από τη Δράμα προς το Παρανέστι και το Φρακτό, ο επισκέπτης διασχίζει τέσσερις ζώνες βλάστησης, «συναντάμε δηλαδή, σχεδόν όλες τις ζώνες βλάστησης της Ευρώπης, για αυτό και λέμε ότι η μετάβαση στο Φρακτό είναι σαν ένα ταξίδι από τη Μεσόγειο προς τη Νορβηγία!» Στο δάσος Φρακτού, που αποτελεί τον «προθάλαμο» για το Παρθένο Δάσος, όπως επίσης και το «μαξιλαράκι» προστασίας του, υπάρχουν υποστηρικτικές υποδομές, όπως το Κέντρο Επισκεπτών Φρακτού, όπου ο επισκέπτης μπορεί να ενημερωθεί για το Παρθένο Δάσος, τα φυσικά οικοσυστήματα της περιοχής, να περιεργαστεί εκθέματα αλλά και να χρησιμοποιήσει το μόνιμα εγκατεστημένο τηλεσκόπιο για να θαυμάσει τους καταρράκτες. Παρά τη μεγάλη απόσταση από τα αστικά κέντρα αλλά και τις δυσκολίες πρόσβασης, το Φρακτό υποδέχεται, σύμφωνα με στοιχεία του Δασαρχείου Δράμας, 1.500-2.000 επισκέπτες ετησίως, από όλο τον κόσμο. Χλωρίδα, πανίδα, δομή και σύνθεση του Παρθένου Δάσους Η χλωρίδα του παρουσιάζει μοναδική βιοποικιλότητα λόγω της απομόνωσης αλλά και της ετερογένειας των οικολογικών συνθηκών. Εδώ απαντώνται σπάνια και ενδημικά είδη της χλωρίδας, όπως για παράδειγμα, το λίλιο της Ροδόπης (Liliumrhodhopeum), η σορδανέλλα της Ροδόπης (Sordanellarhodopaea) και σπάνιες ορχιδέες. Ιδιαίτερα πλούσια είναι και η πανίδα του παρθένου οικοσυστήματος που βρίσκει καταφύγιο στις βραχώδεις δυσπρόσιτες πλαγιές, όπως αρκούδες, ελάφια, αγριόγατες και σπάνια αρπακτικά πουλιά. Η δενδρώδης βλάστηση του Παρθένου Δάσους αποτελείται κυρίως από μεικτές πολυώροφες συστάδες οξιάς, ερυθρελάτης και ελάτης. Εκτός από τα εντυπωσιακά μεγέθη στις διαστάσεις των δένδρων και η δομή του παρθένου δάσους είναι διαφορετική από αυτή των οικονομικά διαχειριζόμενων δασών. Από όλες της φάσεις εξέλιξης που διακρίνονται, τη φάση της αναγέννησης, τη φάση της νεότητας, του αρίστου, του γήρατος και της διάσπασης, το μεγαλύτερο ποσοστό καταλαμβάνει η φάση του γήρατος και η φάση της διάσπασης κόμης, χαρακτηριστικό των Παρθένων δασών. «Το δάσος αφήνεται να εξελίσσεται μόνο του σύμφωνα με τους νόμους της φύσης. Η επιστημονική έρευνα του ανεπηρέαστου αυτού παρθένου δάσους από πλευράς χλωρίδας, πανίδας, δομής, δυναμικής εξέλιξης, κύκλων των θρεπτικών στοιχείων, συσσώρευσης του άνθρακα και γενετικών πόρων κλπ, μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα την πολυπλοκότητα των οικοσυστημάτων και να εφαρμόσουμε τα συμπεράσματα στην πράξη», καταλήγει η διευθύντρια δασών του νομού Δράμας.
Partheno Dasos Kentrikis Rodopis
Δάσος Φρακτού Παρανεστίου Δράμας το μοναδικό Παρθένο Δάσος της χώρας μας. Σε αυτό το δάσος δεν έχει υπάρξει ποτέ ανθρώπινη επέμβαση, είναι το μοναδικό στην Ευρώπη που δεν το άγγιξαν ούτε οι παγετώνες της τριτογενούς περιόδου, αλλά, αντίθετα, αποτέλεσε καταφύγιο για πολλά είδη και αποτελεί το πιο καλοδιατηρημένο παρθένο δάσος σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Σπάνιος θησαυρός για τη χώρα μας είναι το δάσος Φρακτού Παρανεστίου Δράμας, το μοναδικό παρθένο δάσος που υπάρχει στην Ελλάδα, για το οποίο γίνονται προσπάθειες για την ένταξή του στον κατάλογο των Μνηµείων Παγκόσµιας Κληρονοµιάς της UNESCO. «Πρόκειται στην ουσία για ένα ζωντανό εργαστήριο της φύσης, όπου η έλλειψη ανθρώπινης παρουσίας στο μεγαλύτερο μέρος του παρθένου δάσους Φρακτού Παρανεστίου, δίνει μία ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία και αιτιολογεί την ονομασία του ως Παρθένο Δάσος», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Δρ. Ελσα Κωνσταντινίδου, διευθύντρια δασών του νομού Δράμας. «Σ' αυτό το δάσος», όπως χαρακτηριστικά λέει, «επειδή δεν μπαίνει ο άνθρωπος εδώ και αιώνες, τα δένδρα κυριολεκτικά πεθαίνουν όρθια αφού γεράσουν και στη συνέχεια αποσυντίθενται στο έδαφος, δίνοντας θέση σε έναν νέο κύκλο ζωής και παρέχοντας τροφή και καταφύγιο σε ζωικούς και φυτικούς οργανισμούς». Ο αρχικός πυρήνας του δάσους, που συνιστά ένα πρωτογενές παρθένο δάσος, καταλαμβάνει έκταση 5.500 στρεμμάτων, έχει παραμείνει ανεπηρέαστος από τις ανθρώπινες επεμβάσεις, αφενός γιατί βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από κατοικημένες περιοχές, αφετέρου επειδή η τοπογραφική διαμόρφωση με τις απότομες κλίσεις το καθιστούν απροσπέλαστο, αλλά και ακατάλληλο για βόσκηση. Το 2009, με σχετική απόφαση, η έκταση της Περιοχής Απόλυτης Προστασίας της Φύσης που περιλαμβάνει το Παρθένο Δάσος Φρακτού, επεκτάθηκε στα 17.150 στρέμματα. «Το δάσος φιλοξενεί ενδημικά και σπάνια είδη χλωρίδας και πανίδας σε απόλυτη αρμονία, υπεραιωνόβια δένδρα εντυπωσιακών διαστάσεων, με άριστη σταθερότητα και οικολογική ισορροπία και δομή με μεγάλο ποσοστό στη φάση του γήρατος και της διάσπασης της κόμης», διευκρινίζει η κ. Κωνσταντινίδου. Το γεγονός δε ότι στην τελευταία παγετώδη περίοδο, οπότε και μετανάστευσαν πολλά είδη φυτών νοτιότερα, βρήκαν καταφύγιο στο Φρακτό και μπόρεσαν να επιβιώσουν, το καθιστά και πολύτιμη τράπεζα γονιδίων. Η βλάστηση;Ένα ταξίδι από τη Μεσόγειο προς τη Νορβηγία Συνολικά, το δάσος του Φρακτού καταλαμβάνει έκταση 119.352 στρεμμάτων, στα οποία περιλαμβάνονται τα 17.150 στρέμματα του παρθένου δάσος, βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο του νομού Δράμας και υπάγεται διοικητικά στο δήμο Παρανεστίου. Χρωστά το όνομά του αλλά και την παλιά του ονομασία «Ζαγκραντένια» στο γεγονός ότι βρίσκεται σε μία λεκάνη που είναι φραγμένη γύρω γύρω με κορυφές και έχει μία διέξοδο, στο νότιο και χαμηλότερο υψομετρικά σημείο του. Όπως περιγράφει η κα Κωνσταντινίδου, ανηφορίζοντας από τη Δράμα προς το Παρανέστι και το Φρακτό, ο επισκέπτης διασχίζει τέσσερις ζώνες βλάστησης, «συναντάμε δηλαδή, σχεδόν όλες τις ζώνες βλάστησης της Ευρώπης, για αυτό και λέμε ότι η μετάβαση στο Φρακτό είναι σαν ένα ταξίδι από τη Μεσόγειο προς τη Νορβηγία!» Στο δάσος Φρακτού, που αποτελεί τον «προθάλαμο» για το Παρθένο Δάσος, όπως επίσης και το «μαξιλαράκι» προστασίας του, υπάρχουν υποστηρικτικές υποδομές, όπως το Κέντρο Επισκεπτών Φρακτού, όπου ο επισκέπτης μπορεί να ενημερωθεί για το Παρθένο Δάσος, τα φυσικά οικοσυστήματα της περιοχής, να περιεργαστεί εκθέματα αλλά και να χρησιμοποιήσει το μόνιμα εγκατεστημένο τηλεσκόπιο για να θαυμάσει τους καταρράκτες. Παρά τη μεγάλη απόσταση από τα αστικά κέντρα αλλά και τις δυσκολίες πρόσβασης, το Φρακτό υποδέχεται, σύμφωνα με στοιχεία του Δασαρχείου Δράμας, 1.500-2.000 επισκέπτες ετησίως, από όλο τον κόσμο. Χλωρίδα, πανίδα, δομή και σύνθεση του Παρθένου Δάσους Η χλωρίδα του παρουσιάζει μοναδική βιοποικιλότητα λόγω της απομόνωσης αλλά και της ετερογένειας των οικολογικών συνθηκών. Εδώ απαντώνται σπάνια και ενδημικά είδη της χλωρίδας, όπως για παράδειγμα, το λίλιο της Ροδόπης (Liliumrhodhopeum), η σορδανέλλα της Ροδόπης (Sordanellarhodopaea) και σπάνιες ορχιδέες. Ιδιαίτερα πλούσια είναι και η πανίδα του παρθένου οικοσυστήματος που βρίσκει καταφύγιο στις βραχώδεις δυσπρόσιτες πλαγιές, όπως αρκούδες, ελάφια, αγριόγατες και σπάνια αρπακτικά πουλιά. Η δενδρώδης βλάστηση του Παρθένου Δάσους αποτελείται κυρίως από μεικτές πολυώροφες συστάδες οξιάς, ερυθρελάτης και ελάτης. Εκτός από τα εντυπωσιακά μεγέθη στις διαστάσεις των δένδρων και η δομή του παρθένου δάσους είναι διαφορετική από αυτή των οικονομικά διαχειριζόμενων δασών. Από όλες της φάσεις εξέλιξης που διακρίνονται, τη φάση της αναγέννησης, τη φάση της νεότητας, του αρίστου, του γήρατος και της διάσπασης, το μεγαλύτερο ποσοστό καταλαμβάνει η φάση του γήρατος και η φάση της διάσπασης κόμης, χαρακτηριστικό των Παρθένων δασών. «Το δάσος αφήνεται να εξελίσσεται μόνο του σύμφωνα με τους νόμους της φύσης. Η επιστημονική έρευνα του ανεπηρέαστου αυτού παρθένου δάσους από πλευράς χλωρίδας, πανίδας, δομής, δυναμικής εξέλιξης, κύκλων των θρεπτικών στοιχείων, συσσώρευσης του άνθρακα και γενετικών πόρων κλπ, μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα την πολυπλοκότητα των οικοσυστημάτων και να εφαρμόσουμε τα συμπεράσματα στην πράξη», καταλήγει η διευθύντρια δασών του νομού Δράμας.
Ζήστε την εμπειρία των χειμερινών σπορ στο Φαλακρό! Το Χιονοδρομικό Κέντρο Φαλακρού λειτουργεί κάθε χειμερινή περίοδο τις Παρασκευές τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες Iσχύει 20% έκπτωση στην ημερήσια κάρτα για τους κατόχους της Snow Report Card 2020 Με την αποστολή γραπτού μηνύματος "Snow FAL" στο 54344 λαμβάνετε τις πληροφορίες λειτουργίας του Χ.Κ. Φαλακρού. Πληροφορίες: Το Χ.Κ. Φαλακρού, το μεγαλύτερο κέντρο της Μακεδονίας, βρίσκεται στα όρια του Δήμου Νευροκοπίου και απέχει 42 χλμ από την πόλη της Δράμας. Διαθέτει 3 σαλέ, (τα δύο στην βάση του χιονοδρομικού και το άλλο στον τερματισμό του τετραθέσιου αναβατήρα) στο ένα από τα σαλέ βάσης λειτουργεί εστιατόριο και υπάρχει δυνατότητα διανυκτέρευσης. Επίσης διαθέτει καταστήματα ενοικίασης εξοπλισμού, σχολές εκμάθησης, καντίνες, ιατρείο, ευρύχωρο parking, 9 αναβατήρες και 20 πίστες.Τηλέφωνα επικοινωνίας: 6987603409
Chionodromiko Kentro Falakrou
Ζήστε την εμπειρία των χειμερινών σπορ στο Φαλακρό! Το Χιονοδρομικό Κέντρο Φαλακρού λειτουργεί κάθε χειμερινή περίοδο τις Παρασκευές τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες Iσχύει 20% έκπτωση στην ημερήσια κάρτα για τους κατόχους της Snow Report Card 2020 Με την αποστολή γραπτού μηνύματος "Snow FAL" στο 54344 λαμβάνετε τις πληροφορίες λειτουργίας του Χ.Κ. Φαλακρού. Πληροφορίες: Το Χ.Κ. Φαλακρού, το μεγαλύτερο κέντρο της Μακεδονίας, βρίσκεται στα όρια του Δήμου Νευροκοπίου και απέχει 42 χλμ από την πόλη της Δράμας. Διαθέτει 3 σαλέ, (τα δύο στην βάση του χιονοδρομικού και το άλλο στον τερματισμό του τετραθέσιου αναβατήρα) στο ένα από τα σαλέ βάσης λειτουργεί εστιατόριο και υπάρχει δυνατότητα διανυκτέρευσης. Επίσης διαθέτει καταστήματα ενοικίασης εξοπλισμού, σχολές εκμάθησης, καντίνες, ιατρείο, ευρύχωρο parking, 9 αναβατήρες και 20 πίστες.Τηλέφωνα επικοινωνίας: 6987603409
Η Σταυροπηγιακή Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας είναι το αρχαιότερο μοναστήρι στην Ελλάδα Η Παναγία η Εικοσιφοίνισσα, με την αχειροποίητο θαυματουργό εικόνα της, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα της Μακεδονίας και είναι το παλαιότερο εν ενεργεία μοναστήρι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Στο κατάφυτο Παγγαίο, σε υψόμετρο 753 μέτρων, βρίσκεται στα όρια των νομών Σερρών – Καβάλας, αλλά εκκλησιαστικά ανήκει στη Μητρόπολη Δράμας. Η ίδρυση της μαρτυρικής μονής της Μακεδονίας χάνεται στα βάθη των αιώνων. Πάμπολες παραδόσεις αναφέρουν ότι ο Άγιος Γερμανός, που ακήτευε στην Ιερά Μονή Προδρόμου, στον Ιορδάνη ποταμό, εγκατέλειψε την Παλαιστίνη και με όραμα που είδε από άγγελο εκ της Παρθένου, ήρθε στη θέση Βίγλα του Παγγαίου το 518μ.Χ. Λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει εκεί κοντά μοναστικό οικισμό ο επίσκοπος Φιλίππων Σώζων (5ο αιώνα) που εγκαταλείφθηκε.
10 現地メンバーのおすすめ
エイコシフォイニッサ修道院
10 現地メンバーのおすすめ
Η Σταυροπηγιακή Ιερά Μονή Εικοσιφοίνισσας είναι το αρχαιότερο μοναστήρι στην Ελλάδα Η Παναγία η Εικοσιφοίνισσα, με την αχειροποίητο θαυματουργό εικόνα της, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνήματα της Μακεδονίας και είναι το παλαιότερο εν ενεργεία μοναστήρι στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Στο κατάφυτο Παγγαίο, σε υψόμετρο 753 μέτρων, βρίσκεται στα όρια των νομών Σερρών – Καβάλας, αλλά εκκλησιαστικά ανήκει στη Μητρόπολη Δράμας. Η ίδρυση της μαρτυρικής μονής της Μακεδονίας χάνεται στα βάθη των αιώνων. Πάμπολες παραδόσεις αναφέρουν ότι ο Άγιος Γερμανός, που ακήτευε στην Ιερά Μονή Προδρόμου, στον Ιορδάνη ποταμό, εγκατέλειψε την Παλαιστίνη και με όραμα που είδε από άγγελο εκ της Παρθένου, ήρθε στη θέση Βίγλα του Παγγαίου το 518μ.Χ. Λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει εκεί κοντά μοναστικό οικισμό ο επίσκοπος Φιλίππων Σώζων (5ο αιώνα) που εγκαταλείφθηκε.
ο κτήριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας κτίστηκε από τον Δήμο Δράμας και παραχωρήθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Μ΄αυτόν τον τρόπο η τοπική κοινωνία της Δράμας επέσπευσε τις διαδικασίες για την ίδρυση του Αρχαιολογικού Μουσείου στην πρωτεύουσα του ακριτικού Νομού. Το μουσειακό κτήριο είναι ακόμη μικρό αλλά σηματοδοτεί την αρχή της πορείας για τη συστηματοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας και την προβολή της πολιτιστικής φυσιογνωμίας της περιοχής. Τα αρχαιολογικά ευρήματα καταγράφουν την πολιτιστική ιστορία της Δράμας και της περιοχής από τους νομάδες κυνηγούς Μέσης Παλαιολιθικής Εποχής (50.000 π.Χ.), ως τους πρώτους γεωργούς και κτηνοτρόφους των Νεολιθικών κοινοτήτων (5.500-3.000 π.Χ.) και από τις πρώτες πατριαρχικές κοινωνίες της Εποχής του Χαλκού (3.000-1.050 π.Χ.) ως τα ισχυρά γένη της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου (1.050-700 π.Χ.). Τα πολεμικά θρακικά φύλα τα οποία κατά τη φιλολογική παράδοση κατοικούσαν στους ιστορικούς χρόνους στην ενδοχώρα της Δράμας, έχουν την καταγωγή τους στους πολεμιστές με τα σιδερένια ξίφη που η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε στους ταφικούς τύμβους της βιομηχανικής ζώνης της Δράμας. Από τις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα με την ίδρυση των αποικιών των νοτιοελλαδικών πόλεων στη Θάσο και στα παράλια της Μακεδονίας, αρχίζει η διείσδυση του ελληνικού κόσμου στην ενδοχώρα του σημερινού νομού Δράμας . Η Θάσος και οι αποικίες της στα παράλια ανάμεσα στο Στρυμόνα και στο Νέστο άνοιξαν τους δρόμους των εμπορικών συναλλαγών και της πολιτιστικής επικοινωνίας του εσωτερικού της Θράκης με τις ελληνικές πόλεις-κράτη των παραλιών. Τους Θάσιους ακολούθησαν οι Αθηναίοι και αργότερα οι Μακεδόνες και οι Ρωμαίοι, ενισχύοντας όλο και περισσότερο την πορεία της περιοχής προς την αστικοποίηση. Το Παγγαίο έριξε την σκιά του στην πεδιάδα της Δράμας και σφράγισε την ιστορία και τον πολιτισμό της ως πηγή πλούτου με τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου και ως ιερό βουνό του Διόνυσου. Η λατρεία του Διόνυσου υπήρξε κοινό σημείο αναφοράς Ελλήνων και Θρακών, όπως επιβεβαιώνουν τα αναθήματα από τα ιερό του Θεού στον αρχαίο οικισμό της Δράμας. Για την ιστορία της περιοχής στους Αρχαϊκούς Κλασικούς Χρόνους ελάχιστες είναι οι φιλολογικές πληροφορίες, ελάχιστα και τα ανασκαφικά ευρήματα, αφού δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη ανασκαφές μεγάλης κλίμακας. Ισχυρά ωστόσο θρακικά βασίλεια ή αυτόνομες πόλεις-κράτη φαίνεται ότι δεν είχαν αναπτυχθεί. Στο σύνολό της η πεδιάδα της Δράμας και οι γύρω ημιορεινές περιοχές πέρασαν στην ιστορία ως περιφέρεια αρχικά του Μακεδονικού βασιλείου και στην συνέχεια της ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας με κύριο αστικό κέντρο τους Φιλλίπους. Οι Φίλιπποι παραμένουν το διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο και στους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους ( 4ος-6ος π.Χ. αιώνας), όταν η Δράμα αποτελεί επαρχία της επισκοπής των Φιλίππων. Μόνο μετά τη διάλυση του αρχαίου κόσμου στο 7ο π.Χ. αιώνα και την παρακμή των Φιλίππων η περιοχή διαμορφώνει το δικό της αστικό κέντρο. Στους Πρώιμους Βυζαντινούς Χρόνους εμφανίζεται το πολίχνιον ή το κάστρον της Δράμας στο οποίο είναι εγκατεστημένος στρατιωτικός διοικητής που ελέγχει την περιοχή. Στους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους το κάστρο της Δράμας με τη γύρω του περιοχή, ύστερα από αλλεπάλληλες κατακτήσεις του από τους Λατίνους, τους Βυζαντινούς και τους Βούλγαρους, παρέμεινε Βυζαντινό από τα μέσα του 13ου αιώνα ως την κατάκτηση του από τους Σέρβους στα μέσα του 14ου αιώνα. Στα 1371 επανακτήθηκε από το βυζαντινό αυτοκράτορα Μανουήλ Β Παλαιολόγο και υπήρξε διοικητικό κέντρο και έδρα αρχιεπισκοπής ως τα 1383 οπότε κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας η Δράμα ενισχυμένη και με Τούρκους εποίκους από την Μ. Ασία παρέμεινε το κύριο αστικό και διοικητικό κέντρο της περιοχής σε άμεση διοικητική και πολιτιστική εξάρτηση από την Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της οθωμανικής αυτοκρατορίας και έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες της Δράμας όπως και όλος ο υπόδουλος ελληνισμός συσπειρώθηκαν γύρω από το Πατριαρχείο για να προστατεύσουν τα δικαιώματα τους και να οργανώσουν την εθνική τους άμυνα μέσα από την παιδεία. Η οικονομική ακμή της πόλης της Δράμας, η οποία στο 17ο και 18ο αιώνα στηρίχθηκε στις καλλιέργειες του ρυζιού και του βαμβακιού, γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στο 19ο αιώνα με την καλλιέργεια και την εμπορία του καπνού. Στο 190 αιώνα το καπνεμπόριο άνοιξε τους δρόμους επικοινωνίας με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και έφερε την οικονομική και πολιτιστική ακμή στη Δράμα και στα αστικά κέντρα που αναπτύχθηκαν γύρω από αυτήν. Στα τέλη του 19ου αιώνα η περιοχή βρέθηκε στο επίκεντρο των συγκρούσεων που προκάλεσε ο επεκτατισμός του νεοσύστατου βουλγαρικού κράτους προς τη Μακεδονία και πλήρωσε το δικό της τίμημα με τη συμμετοχή της στο Μακεδονικό αγώνα και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Στις αρχές του 20ου αιώνα με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων (1913) η Δράμα και η περιοχή της εντάχθηκαν στο ελληνικό κράτος. Προϊστορικοί Χρόνοι (50.000-700 π.Χ.) Τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή του σημερινού νομού Δράμας αντιπροσωπεύουν τα ευρήματα που έφερε στο φως ανασκαφική έρευνα στο σπήλαιο των πηγών του Αγγίτη, όπου εντοπίστηκε εγκατάσταση παλαιολιθικών κυνηγών. Τα ευρήματα είναι οστά ζώων και λίθινα εργαλεία που χρονολογούνται στη Μέση Παλαιολιθική Εποχή (Μουστέρια περίοδος, 50.000 χρόνια από σήμερα). Γύρω στα μέσα της 6ης π.Χ. χιλιετίας εμφανίζονται οι πρώτοι νεολιθικοί γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Ένας μεγάλος αριθμός οικισμών της Μέσης και Νεότερης Νεολιθικής Εποχής μαρτυρεί την πληθυσμιακή άνθηση της λεκάνης της Δράμας από τα μέσα της 6ης έως τα τέλη της 4ης π.Χ. χιλιετίας. Οι ανασκαφικές έρευνες στους προϊστορικούς οικισμούς των Σιταγρών και του Αρκαδικού έδωσαν πολύ σημαντικά ευρήματα. Εργαλεία, κοσμήματα, αγγεία με προηγμένη τεχνολογία όπτησης και διακόσμησης αντιπροσωπεύουν τις πρώτες τεχνολογικές κατακτήσεις του νεολιθικού ανθρώπου που συνδέονται με την παραγωγή και την αποθήκευση τροφής, την ύφανση, την καλαθοπλεκτική, καθώς και την προσπάθεια του να προβάλει το ατομικό του πρόσωπο και να επικοινωνήσει με τις δυνάμεις της φύσης μέσα από τα ειδώλια και τα τελετουργικά αγγεία. Στα τέλη της νεολιθικής εποχής στον προϊστορικό οικισμό των Σιταγρών έχουμε και τα πρώτα δείγματα μεταλλουργίας. Από τον οικισμό των Σιταγρών προέρχονται επίσης τα ευρήματα που αντιπροσωπεύουν την πολιτιστική εικόνα της περιοχής στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού 3.000-2.000 π.Χ., περίοδο μεγάλης πολιτιστικής αλλαγής για όλον τον ευρωπαϊκό χώρο. Την εποχή αυτή η περιοχή της Δράμας, όπως φαίνεται από τα αγγεία, αναπτύσσει πολιτιστικές σχέσεις με την Κεντρική Ευρώπη και το Βορειοανατολικό Αιγαίο. Στα τέλη της Ύστερης εποχής του Χαλκού τα ευρήματα από τους ταφικούς τύμβους των Ποταμών και της εξοχής μαρτυρούν επικοινωνία της περιοχής με τα ηπειρωτικά Βαλκάνια και την Κεντρική Μακεδονία, ενώ τα τοπικά μυκηναϊκά αγγεία αποτελούν τα πρώτα δείγματα επαφών με τον μυκηναϊκό κόσμο. Αγγεία, όπλα, εργαλεία και κοσμήματα από τους τάφους της βιομηχανικής ζώνης της Δράμας αποδίδουν την πολιτιστική εικόνα της περιοχής στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (1.050-700 π.Χ.). Αρχαίοι Χρόνοι (700 π.Χ.-324 μ.Χ.) Αγγεία τροχήλατα με διακόσμηση πρωτογεωμετρικού τύπου αποτελούν τα αρχαιότερα μέχρι στιγμής δείγματα επαφών της περιοχής με τις πόλεις των παραλίων της Μακεδονίας, θασιακές ως επί το πλείστον αποικίες. Από τα τέλη του 6ου αιώνα και τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα εμφανίζεται αττική κεραμική και άλλα επείσακτα αντικείμενα, όπως το κορινθιακό κράνος από τον οικισμό στο Καλαμπάκι. Η μαρμάρινη προτομή του Διονύσου από το Ιερό του Διονύσου στον αρχαίο οικισμό της Δράμας, αποτελεί το αρχαιότερο δείγμα λατρείας του θεού στην ενδοχώρα του Παγγαίου. Οι ύστεροι Κλασσικοί και Ελληνιστικοί Χρόνοι αντιπροσωπεύονται με περισσότερα ευρήματα. Το μνημειακό κτήριο στην Καλή Βρύση, τα αναθήματα από το ιερό του Διονύσου και μακεδονικός τάφος στον αρχαίο οικισμό της Δράμας, τα ταφικά ευρήματα στις νεκροπόλεις της ενδοχώρας μαρτυρούν οικονομική και πολιτιστική άνθηση. Ο θησαυρός των 860 αργυρών νομισμάτων από τους Ποτάμιους βεβαιώνει πως με την ένταξη της περιοχής στο βασίλειο της Μακεδονίας το νέο «σκληρό» νόμισμα του Μακεδόνα βασιλιά Φιλλίπου Β΄ αρχίζει να εκτοπίζει τα παλαιά νομίσματα της Θάσου και των αποικιών της. Σύνολα νομισμάτων «θησαυροί», εναποθέτονται συχνά ως κτερίσματα στους τάφους μέσα στα αγγεία, τοπικών ως επί το πλείστον εργαστηρίων. Ο σταδιοδείκτης από τον αρχαίο οικισμό στο Kαλαμπάκι αποτελεί δείγμα των έργων οδοποιίας που πραγματοποιήθηκαν στην εποχή των Μακεδόνων. Ο μιλιοδέκτης της Εγνατίας οδού από την ίδια περιοχή βεβαιώνει πως η μεγάλη ρωμαϊκή οδός, ακολούθησε το οδικό δίκτυο των Μακεδόνων στην πορεία της από την Αμφίπολη στους Φιλλίπους. Στους ρωμαϊκούς Χρόνους το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού Νομού Δράμας ανήκει στην αγροτική περιοχή, στη χωρά, της ρωμαικής αποικίας των Φιλλίπων. Τα ευρήματα περιγράφουν τη συνύπαρξη του ελληνικού και του ρωμαϊκού κόσμου μέσα στα οποία εντάσσονται και αφομοιώνονται τα τοπικά θρακικά φύλα. Το χάλκινο αγαλμάτιο του Δία από τη Μαρμαρία, αποδίδει στους ρωμαϊκούς Χρόνους αγαλματικό τύπο Δία των Πρώιμων Κλασικών Χρόνων, γνωστό σε όλον τον ελληνικό κόσμο. Η επιτύμβια στήλη που βρέθηκε στην περιοχή της Γραμμένης περιγράφει τη λαμπρή στρατιωτική καριέρα του Τιβέριου Κλαύδιου Μάξιμου, του ρωμαίου λεγεωνάριου που πολεμώντας δίπλα στον Τραϊανό στο Δακικό πόλεμο συνέλαβε και αποκεφάλισε τον τελευταίο βασιλιά της Δακίας Δεκάβαλο. Παλαιοχριστιανικοί και Βυζαντινοί Χρόνοι (324 μ .Χ.-1383 μ.Χ.) Αρχιτεκτονικά γλυπτά μαρτυρούν την ποιότητα της τέχνης που άνθισε στην ενδοχώρα της Δράμας, στον 5ο και 6ο μ.Χ. αιώνα κάτω από την καλλιτεχνική επίδραση που ασκούσε στην περιοχή η πόλη των Φιλίππων. Κεραμική και νομίσματα βεβαιώνουν τη συνέχεια της ζωής του παλαιοχριστιανικού οικισμού της Δράμας από τους Παλαιοχριστιανικούς ως τους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους. Ανασκαφικά ευρήματα από την πεδιάδα των Φιλίππων και από τις ορεινές περιοχές παρέχουν πληροφορίες για το επίπεδο ζωής στις αγροικίες των Φιλίππων αλλά και στις οχυρές ακροπόλεις.
Archaeological Museum of Drama
6 Kosta Varnali
ο κτήριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Δράμας κτίστηκε από τον Δήμο Δράμας και παραχωρήθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Μ΄αυτόν τον τρόπο η τοπική κοινωνία της Δράμας επέσπευσε τις διαδικασίες για την ίδρυση του Αρχαιολογικού Μουσείου στην πρωτεύουσα του ακριτικού Νομού. Το μουσειακό κτήριο είναι ακόμη μικρό αλλά σηματοδοτεί την αρχή της πορείας για τη συστηματοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας και την προβολή της πολιτιστικής φυσιογνωμίας της περιοχής. Τα αρχαιολογικά ευρήματα καταγράφουν την πολιτιστική ιστορία της Δράμας και της περιοχής από τους νομάδες κυνηγούς Μέσης Παλαιολιθικής Εποχής (50.000 π.Χ.), ως τους πρώτους γεωργούς και κτηνοτρόφους των Νεολιθικών κοινοτήτων (5.500-3.000 π.Χ.) και από τις πρώτες πατριαρχικές κοινωνίες της Εποχής του Χαλκού (3.000-1.050 π.Χ.) ως τα ισχυρά γένη της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου (1.050-700 π.Χ.). Τα πολεμικά θρακικά φύλα τα οποία κατά τη φιλολογική παράδοση κατοικούσαν στους ιστορικούς χρόνους στην ενδοχώρα της Δράμας, έχουν την καταγωγή τους στους πολεμιστές με τα σιδερένια ξίφη που η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε στους ταφικούς τύμβους της βιομηχανικής ζώνης της Δράμας. Από τις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα με την ίδρυση των αποικιών των νοτιοελλαδικών πόλεων στη Θάσο και στα παράλια της Μακεδονίας, αρχίζει η διείσδυση του ελληνικού κόσμου στην ενδοχώρα του σημερινού νομού Δράμας . Η Θάσος και οι αποικίες της στα παράλια ανάμεσα στο Στρυμόνα και στο Νέστο άνοιξαν τους δρόμους των εμπορικών συναλλαγών και της πολιτιστικής επικοινωνίας του εσωτερικού της Θράκης με τις ελληνικές πόλεις-κράτη των παραλιών. Τους Θάσιους ακολούθησαν οι Αθηναίοι και αργότερα οι Μακεδόνες και οι Ρωμαίοι, ενισχύοντας όλο και περισσότερο την πορεία της περιοχής προς την αστικοποίηση. Το Παγγαίο έριξε την σκιά του στην πεδιάδα της Δράμας και σφράγισε την ιστορία και τον πολιτισμό της ως πηγή πλούτου με τα μεταλλεία χρυσού και αργύρου και ως ιερό βουνό του Διόνυσου. Η λατρεία του Διόνυσου υπήρξε κοινό σημείο αναφοράς Ελλήνων και Θρακών, όπως επιβεβαιώνουν τα αναθήματα από τα ιερό του Θεού στον αρχαίο οικισμό της Δράμας. Για την ιστορία της περιοχής στους Αρχαϊκούς Κλασικούς Χρόνους ελάχιστες είναι οι φιλολογικές πληροφορίες, ελάχιστα και τα ανασκαφικά ευρήματα, αφού δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη ανασκαφές μεγάλης κλίμακας. Ισχυρά ωστόσο θρακικά βασίλεια ή αυτόνομες πόλεις-κράτη φαίνεται ότι δεν είχαν αναπτυχθεί. Στο σύνολό της η πεδιάδα της Δράμας και οι γύρω ημιορεινές περιοχές πέρασαν στην ιστορία ως περιφέρεια αρχικά του Μακεδονικού βασιλείου και στην συνέχεια της ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας με κύριο αστικό κέντρο τους Φιλλίπους. Οι Φίλιπποι παραμένουν το διοικητικό και πολιτιστικό κέντρο και στους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους ( 4ος-6ος π.Χ. αιώνας), όταν η Δράμα αποτελεί επαρχία της επισκοπής των Φιλίππων. Μόνο μετά τη διάλυση του αρχαίου κόσμου στο 7ο π.Χ. αιώνα και την παρακμή των Φιλίππων η περιοχή διαμορφώνει το δικό της αστικό κέντρο. Στους Πρώιμους Βυζαντινούς Χρόνους εμφανίζεται το πολίχνιον ή το κάστρον της Δράμας στο οποίο είναι εγκατεστημένος στρατιωτικός διοικητής που ελέγχει την περιοχή. Στους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους το κάστρο της Δράμας με τη γύρω του περιοχή, ύστερα από αλλεπάλληλες κατακτήσεις του από τους Λατίνους, τους Βυζαντινούς και τους Βούλγαρους, παρέμεινε Βυζαντινό από τα μέσα του 13ου αιώνα ως την κατάκτηση του από τους Σέρβους στα μέσα του 14ου αιώνα. Στα 1371 επανακτήθηκε από το βυζαντινό αυτοκράτορα Μανουήλ Β Παλαιολόγο και υπήρξε διοικητικό κέντρο και έδρα αρχιεπισκοπής ως τα 1383 οπότε κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας η Δράμα ενισχυμένη και με Τούρκους εποίκους από την Μ. Ασία παρέμεινε το κύριο αστικό και διοικητικό κέντρο της περιοχής σε άμεση διοικητική και πολιτιστική εξάρτηση από την Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της οθωμανικής αυτοκρατορίας και έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες της Δράμας όπως και όλος ο υπόδουλος ελληνισμός συσπειρώθηκαν γύρω από το Πατριαρχείο για να προστατεύσουν τα δικαιώματα τους και να οργανώσουν την εθνική τους άμυνα μέσα από την παιδεία. Η οικονομική ακμή της πόλης της Δράμας, η οποία στο 17ο και 18ο αιώνα στηρίχθηκε στις καλλιέργειες του ρυζιού και του βαμβακιού, γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στο 19ο αιώνα με την καλλιέργεια και την εμπορία του καπνού. Στο 190 αιώνα το καπνεμπόριο άνοιξε τους δρόμους επικοινωνίας με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και έφερε την οικονομική και πολιτιστική ακμή στη Δράμα και στα αστικά κέντρα που αναπτύχθηκαν γύρω από αυτήν. Στα τέλη του 19ου αιώνα η περιοχή βρέθηκε στο επίκεντρο των συγκρούσεων που προκάλεσε ο επεκτατισμός του νεοσύστατου βουλγαρικού κράτους προς τη Μακεδονία και πλήρωσε το δικό της τίμημα με τη συμμετοχή της στο Μακεδονικό αγώνα και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Στις αρχές του 20ου αιώνα με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων (1913) η Δράμα και η περιοχή της εντάχθηκαν στο ελληνικό κράτος. Προϊστορικοί Χρόνοι (50.000-700 π.Χ.) Τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή του σημερινού νομού Δράμας αντιπροσωπεύουν τα ευρήματα που έφερε στο φως ανασκαφική έρευνα στο σπήλαιο των πηγών του Αγγίτη, όπου εντοπίστηκε εγκατάσταση παλαιολιθικών κυνηγών. Τα ευρήματα είναι οστά ζώων και λίθινα εργαλεία που χρονολογούνται στη Μέση Παλαιολιθική Εποχή (Μουστέρια περίοδος, 50.000 χρόνια από σήμερα). Γύρω στα μέσα της 6ης π.Χ. χιλιετίας εμφανίζονται οι πρώτοι νεολιθικοί γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Ένας μεγάλος αριθμός οικισμών της Μέσης και Νεότερης Νεολιθικής Εποχής μαρτυρεί την πληθυσμιακή άνθηση της λεκάνης της Δράμας από τα μέσα της 6ης έως τα τέλη της 4ης π.Χ. χιλιετίας. Οι ανασκαφικές έρευνες στους προϊστορικούς οικισμούς των Σιταγρών και του Αρκαδικού έδωσαν πολύ σημαντικά ευρήματα. Εργαλεία, κοσμήματα, αγγεία με προηγμένη τεχνολογία όπτησης και διακόσμησης αντιπροσωπεύουν τις πρώτες τεχνολογικές κατακτήσεις του νεολιθικού ανθρώπου που συνδέονται με την παραγωγή και την αποθήκευση τροφής, την ύφανση, την καλαθοπλεκτική, καθώς και την προσπάθεια του να προβάλει το ατομικό του πρόσωπο και να επικοινωνήσει με τις δυνάμεις της φύσης μέσα από τα ειδώλια και τα τελετουργικά αγγεία. Στα τέλη της νεολιθικής εποχής στον προϊστορικό οικισμό των Σιταγρών έχουμε και τα πρώτα δείγματα μεταλλουργίας. Από τον οικισμό των Σιταγρών προέρχονται επίσης τα ευρήματα που αντιπροσωπεύουν την πολιτιστική εικόνα της περιοχής στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού 3.000-2.000 π.Χ., περίοδο μεγάλης πολιτιστικής αλλαγής για όλον τον ευρωπαϊκό χώρο. Την εποχή αυτή η περιοχή της Δράμας, όπως φαίνεται από τα αγγεία, αναπτύσσει πολιτιστικές σχέσεις με την Κεντρική Ευρώπη και το Βορειοανατολικό Αιγαίο. Στα τέλη της Ύστερης εποχής του Χαλκού τα ευρήματα από τους ταφικούς τύμβους των Ποταμών και της εξοχής μαρτυρούν επικοινωνία της περιοχής με τα ηπειρωτικά Βαλκάνια και την Κεντρική Μακεδονία, ενώ τα τοπικά μυκηναϊκά αγγεία αποτελούν τα πρώτα δείγματα επαφών με τον μυκηναϊκό κόσμο. Αγγεία, όπλα, εργαλεία και κοσμήματα από τους τάφους της βιομηχανικής ζώνης της Δράμας αποδίδουν την πολιτιστική εικόνα της περιοχής στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου (1.050-700 π.Χ.). Αρχαίοι Χρόνοι (700 π.Χ.-324 μ.Χ.) Αγγεία τροχήλατα με διακόσμηση πρωτογεωμετρικού τύπου αποτελούν τα αρχαιότερα μέχρι στιγμής δείγματα επαφών της περιοχής με τις πόλεις των παραλίων της Μακεδονίας, θασιακές ως επί το πλείστον αποικίες. Από τα τέλη του 6ου αιώνα και τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα εμφανίζεται αττική κεραμική και άλλα επείσακτα αντικείμενα, όπως το κορινθιακό κράνος από τον οικισμό στο Καλαμπάκι. Η μαρμάρινη προτομή του Διονύσου από το Ιερό του Διονύσου στον αρχαίο οικισμό της Δράμας, αποτελεί το αρχαιότερο δείγμα λατρείας του θεού στην ενδοχώρα του Παγγαίου. Οι ύστεροι Κλασσικοί και Ελληνιστικοί Χρόνοι αντιπροσωπεύονται με περισσότερα ευρήματα. Το μνημειακό κτήριο στην Καλή Βρύση, τα αναθήματα από το ιερό του Διονύσου και μακεδονικός τάφος στον αρχαίο οικισμό της Δράμας, τα ταφικά ευρήματα στις νεκροπόλεις της ενδοχώρας μαρτυρούν οικονομική και πολιτιστική άνθηση. Ο θησαυρός των 860 αργυρών νομισμάτων από τους Ποτάμιους βεβαιώνει πως με την ένταξη της περιοχής στο βασίλειο της Μακεδονίας το νέο «σκληρό» νόμισμα του Μακεδόνα βασιλιά Φιλλίπου Β΄ αρχίζει να εκτοπίζει τα παλαιά νομίσματα της Θάσου και των αποικιών της. Σύνολα νομισμάτων «θησαυροί», εναποθέτονται συχνά ως κτερίσματα στους τάφους μέσα στα αγγεία, τοπικών ως επί το πλείστον εργαστηρίων. Ο σταδιοδείκτης από τον αρχαίο οικισμό στο Kαλαμπάκι αποτελεί δείγμα των έργων οδοποιίας που πραγματοποιήθηκαν στην εποχή των Μακεδόνων. Ο μιλιοδέκτης της Εγνατίας οδού από την ίδια περιοχή βεβαιώνει πως η μεγάλη ρωμαϊκή οδός, ακολούθησε το οδικό δίκτυο των Μακεδόνων στην πορεία της από την Αμφίπολη στους Φιλλίπους. Στους ρωμαϊκούς Χρόνους το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού Νομού Δράμας ανήκει στην αγροτική περιοχή, στη χωρά, της ρωμαικής αποικίας των Φιλλίπων. Τα ευρήματα περιγράφουν τη συνύπαρξη του ελληνικού και του ρωμαϊκού κόσμου μέσα στα οποία εντάσσονται και αφομοιώνονται τα τοπικά θρακικά φύλα. Το χάλκινο αγαλμάτιο του Δία από τη Μαρμαρία, αποδίδει στους ρωμαϊκούς Χρόνους αγαλματικό τύπο Δία των Πρώιμων Κλασικών Χρόνων, γνωστό σε όλον τον ελληνικό κόσμο. Η επιτύμβια στήλη που βρέθηκε στην περιοχή της Γραμμένης περιγράφει τη λαμπρή στρατιωτική καριέρα του Τιβέριου Κλαύδιου Μάξιμου, του ρωμαίου λεγεωνάριου που πολεμώντας δίπλα στον Τραϊανό στο Δακικό πόλεμο συνέλαβε και αποκεφάλισε τον τελευταίο βασιλιά της Δακίας Δεκάβαλο. Παλαιοχριστιανικοί και Βυζαντινοί Χρόνοι (324 μ .Χ.-1383 μ.Χ.) Αρχιτεκτονικά γλυπτά μαρτυρούν την ποιότητα της τέχνης που άνθισε στην ενδοχώρα της Δράμας, στον 5ο και 6ο μ.Χ. αιώνα κάτω από την καλλιτεχνική επίδραση που ασκούσε στην περιοχή η πόλη των Φιλίππων. Κεραμική και νομίσματα βεβαιώνουν τη συνέχεια της ζωής του παλαιοχριστιανικού οικισμού της Δράμας από τους Παλαιοχριστιανικούς ως τους Ύστερους Βυζαντινούς Χρόνους. Ανασκαφικά ευρήματα από την πεδιάδα των Φιλίππων και από τις ορεινές περιοχές παρέχουν πληροφορίες για το επίπεδο ζωής στις αγροικίες των Φιλίππων αλλά και στις οχυρές ακροπόλεις.